Απάντηση στο άρθρο της κυρίας Μπολωνάκη (20/9/2014) «Τέχνη και δημόσιος χώρος στην Ελλάδα, ένα ανεξερεύνητο πεδίο»

Τέχνη και δημόσιος χώρος στην Ελλάδα, ένα … καταπατημένο πεδίο

(25/9/2014) Μιχάλης Παπαδάκης*

Την κα. Μπολωνάκη την γνωρίζω ως δραστήριο μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος (ΕΕΤΕ) αλλά και σαν ερευνήτρια για το μεταπτυχιακό της σχετικά με την τέχνη στο δημόσιο χώρο. Ως πρόεδρος του ΕΕΤΕ (2000-2006) της έχω δώσει πολλές και αναλυτικές συνεντεύξεις για τον νόμο «1%», αλλά και μόνο από τα δημοσιεύματα του ΕΕΤΕ, τα αρχεία του καθώς και τις δημόσιες καταγγελίες του θα ήταν καλύτερα ενημερωμένη.

Είναι λυπηρό για κάποιον που παριστάνει τον ειδικό να παραχαράσσει τόσο βάναυσα τα γεγονότα, μόνο και μόνο για να τα προσαρμόζει στα ιδεολογήματά του.

Η κα. Μπολωνάκη γνωρίζει καλά ότι πάνω από το 80% των έργων Τέχνης στο δημόσιο χώρο μόνο στην Αθήνα είναι απευθείας αναθέσεις ή ιδιωτικές δωρεές. Γνωρίζει επίσης ότι ο νόμος για Δημόσιους Καλλιτεχνικούς Διαγωνισμούς παραβιάζεται συστηματικά για δεκαετίες σε ολόκληρη την επικράτεια. Ο μόνιμος εφιάλτης του ΕΕΤΕ είναι τα έξοδα για προσφυγές και δίκες ενάντια στους φορείς του Δημοσίου.

Ο νόμος 2557 του 1997 αφορά την καλλιτεχνική διακόσμηση ΜΟΝΟ στα δημόσια κτίρια και όχι το «αστικό περιβάλλον».

Η ΚΥΑ 29570/26-6-2001 βγήκε “μετά πολλών βασάνων” του ΕΕΤΕ τέσσερα χρόνια μετά τον νόμο. Στις συζητήσεις που προηγήθηκαν, το ΕΕΤΕ έδωσε μάχη (βλ. δημόσιες καταγγελίες) να ερμηνευτεί το «δημόσια κτίρια» ως «δημόσια έργα», ώστε να εφαρμοστεί ο νόμος και στο «αστικό περιβάλλον».

Γνωρίζει επίσης η κα. Μπολωνάκη, και από δημοσιεύματα, ότι στα μέσα του ’90 το ΕΕΤΕ είχε συναντηθεί με τον τότε Υπουργό κ. Λαλιώτη για την εφαρμογή του νόμου Μερκούρη (του 1989, ένα δις δραχμές το χρόνο για καλλιτεχνική διακόσμηση) στην Αττική Οδό και τη γέφυρα του Ρίου.

Όταν, τελικά, βγήκε η ΚΥΑ, και ενώ δεν περείχε τις ουσιαστικές μας θέσεις, οι πρώτοι (και οι ΜΟΝΟΙ) που όρισαν εκπροσώπους τους στις 13 περιφέρειες, ήμασταν εμείς. Κανένας από τους άλλους φορείς (υπουργεία και περιφέρειες) δεν όρισε τους δικούς του, γιατί απλά ξέρανε ότι δεν θα εφαρμοζόταν ποτέ ο νόμος -όπως και ο νόμος Μερκούρη.

Η κυρία Μπολωνάκη όμως, προκειμένου να επιρρίψει τις ευθύνες για τη μη εφαρμογή του νόμου στο ΕΕΤΕ, εφηύρε το « ειδικό πρόγραμμα για την εφαρμογή του νόμου»(!), πράγμα που σαν θεσμός βρίσκεται βέβαια μόνο στη φαντασία της.

Κατηγορεί το ΕΕΤΕ ότι χρησιμοποιεί το νόμο «του 1% ως εργαλείο συντεχνιακών σκοπιμοτήτων». Για να χρησιμοποιεί κάποιος κάτι, πρέπει αυτό να εφαρμόζεται.

Ένα άλλο ζήτημα είναι ότι ο όρος «καλλιτεχνική διακόσμηση», που χρησιμοποιείται στον νόμο, είναι σωστός. Σαν ειδικός, θα έπρεπε να γνωρίζει ότι τα έργα τέχνης στο χώρο είναι διάκοσμος. Εσκεμμένα προσδίδει στον όρο μια υποδεέστερη έννοια − εκτός εάν δεν τον καταλαβαίνει.

Ο στόχος όμως του δημοσιεύματος, τελικά, δεν είναι τα πιο πάνω. Αυτά είναι το περιτύλιγμα. Ο στόχος είναι ο νόμος του ΕΕΤΕ του 1981. Αυτό που η “ειδικός” ονομάζει «καταστατικό» του ΕΕΤΕ.

Αυτός ο νόμος θέτει ως όρο για τα δημόσια καλλιτεχνικά έργα άνω των 15.000 ευρώ τον Δημόσιο Καλλιτεχνικό Διαγωνισμό. Αυτός ο όρος, παρά τις τότε προσπάθειες των Υπουργείων, δεν γινόταν να παραλειφθεί από την ΚΥΑ. Αργότερα, το 2012, η τότε Υπουργούς Περιβάλλοντος κα. Μπιρμπίλη προσπάθησε ξανά να παρακάμψει τον νόμο, με άλλα εφευρήματα υπουργικών αποφάσεων, χωρίς να τα καταφέρει.

Είναι αλήθεια ότι ο νόμος του ΕΕΤΕ δυσκολεύει «την πολική του ποσοστού για την τέχνη που δεν επιβαρύνει τον δημόσιο προϋπολογισμό […] μέσω συμπράξεων δημοσίου - ιδιωτικού τομέα» που στοχεύουν, όπως είναι γνωστό, στη “διαχείριση” δημοσίου χρήματος.

Να ρωτήσω όμως: Τι βοηθάει τις «νέες γενιές των καλλιτεχνών»; Να τρέχουν να βρίσκουν ιδιώτες σπόνσορες και όσοι το καταφέρουν; Ή να έχουν ΟΛΟΙ το δικαίωμα να διαγωνίζονται ισότιμα;

* Μιχάλης Παπαδάκης, γλύπτης, πρώην Πρόεδρος του ΕΕΤΕ.

Designed by Design-It