Μιχάλης Παπαδάκης, γλύπτης

Ημερίδα του ΕΕΤΕ με θέμα

«ΜΟΥΣΕΙΑ - ΤΕΧΝΗ - ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ»

Θεσσαλονίκη, 7 Οκτωβρίου

Πρόταση για την Πολιτιστική Πολιτική των ΕΜΣΤ

Στον λίγο χρόνο που έχω εδώ, θα εκθέσω μόνο το κύριο συμπέρασμα που έχω βγάλει από τη 13ετή θητεία μου στο ΔΣ του ΕΜΣΤ ως εκπρόσωπος του ΕΕΤΕ.

Τα Μουσεία Σύγχρονης Τέχνης έχουν ποιοτική διαφορά απ’ όλα τα άλλα.

Δεν είναι Μουσεία Συλλογών.

Επειδή είναι σύγχρονα στο διηνεκές, έχουν να κάνουν με την παραγόμενη Τέχνη κάθε μέρα, την οποία οφείλουν να παρακολουθούν, να μελετούν και να αποτιμούν.

Αντίθετα, ο νόμος των ΕΜΣΤ τα προσανατολίζει να είναι Μουσεία συλλογών έργων, που «ανήκουν στην ιστορία της τέχνης», «με πρωτοποριακό χαρακτήρα» κ.τ.λ.

Και σε αυτή όμως την περίπτωση, όπως και στη δική μου που ζητάω “διαρκή μελέτη και αποτίμηση”, ο νόμος θέτει έμμεσα την απαίτηση να διατυπωθούν κριτήρια. Π.χ. κριτήρια, τα οποία κάνουν ένα τσουβάλι με κάρβουνα ή οτιδήποτε άλλο να είναι «ιστορικό έργο σύγχρονης Τέχνης» [1].

Κριτήρια, όμως, ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΑ.

Αντικειμενικά , όχι ως επινοημένες συμβατικές αλήθειες.

Ούτε ως πλειοψηφικές απόψεις.

Αντικειμενικά κριτήρια μπορεί να είναι μόνον αυτά που θέτει το ίδιο το Αντικείμενο. Η φύση και η ιστορία του.

Αυτοί που δεν αναγνωρίζουν αντικειμενικά κριτήρια, κριτήρια που εκπορεύονται από τη φύση του Αντικειμένου, δεν αναγνωρίζουν και την Τέχνη ως Αντικείμενο αυτό καθεαυτό, με ιδιότητες ανεξάρτητες από το υποκειμενικό γούστο, και συνακόλουθα δεν αναγνωρίζουν την ιστορία της Τέχνης ως αιτιακή κίνηση, αλλά μόνον ως χρονική παράταξη γεγονότων. Αλλά έτσι δεν αναγνωρίζουν και την ύπαρξη επιστήμης.

Επιστήμη χωρίς Αντικείμενο δεν υπάρχει.

Αυτό είναι το πρόβλημα των ΕΜΣΤ:

Πρόβλημα ταυτότητας.

Πώς είναι δυνατόν να οικοδομηθεί ένα επιστημονικό ίδρυμα για τη Σύγχρονη Τέχνη, όπως επαίρονται οι διαχειριστές των Μουσείων μας, όταν δεν ασχολούνται στο ελάχιστο με τη φύση του Αντικειμένου τους; Όταν ουσιαστικά αρνούνται την ύπαρξή του;

Στα κείμενά τους, πάντως, δεν θα βρείτε τίποτα το σχετικό. Αντίθετα θα βρείτε πολλούς υποκειμενικούς ισχυρισμούς για κοινωνικές, ηθικές ή πολιτικές έννοιες. Θα βρείτε ανεκδοτολογικές αναφορές για πρόσωπα και καλλιτέχνες και πολλές ανεκδοτολογικές αναφορές για κοινωνικά περιβάλλοντα, που όλα μαζί τα παρουσιάζουν ως τεκμήρια αξιολόγησης.

Όπως αναλόγως συμβαίνει και με την κοινωνική ιστορία που διδάσκεται.

Η επίσημη θέση που διδάσκεται ως προς την κοινωνική ιστορία είναι ότι αυτή «είναι υποκειμενικές ερμηνείες γεγονότων» ή αλλιώς «εφαρμοσμένη πολιτική ορθότητα». Υπάρχει βέβαια και η ψυχολογική ερμηνεία των γεγονότων.

Το ότι η κοινωνική ιστορία είναι συνέχεια της φυσικής ιστορίας και ταυτόχρονα μέρος της, αυτό δηλαδή που λέμε «η σχέση του Ανθρώπου με τη Φύση» στο διηνεκές, δεν βολεύει, γιατί σε αυτή την περίπτωση θα είχανε να κάνουνε με νόμους και κανόνες αιτιακών σχέσεων και κριτήρια.

Στην ίδια δηλαδή κατηγορία, που ανήκει και το πρόβλημα των ΕΜΣΤ.

Παρ’ όλο τον λίγο χρόνο που έχω, θα προσπαθήσω να εξηγήσω το τι εννοώ Αντικείμενο, Φύση Αντικειμένου και Κριτήρια, σαν μια εισήγηση/συμβολή μου σε μια υποτιθέμενη συζήτηση για τη φύση της Τέχνης.

Η φύση της Τέχνης είναι τέτοια που ακριβώς εκφράζει, και αυτή, ότι η κοινωνική ιστορία είναι η συνέχεια της φυσικής.

Το έργο Τέχνης απευθύνεται στη νόηση, και όχι στην «ψυχή», όπως λένε κάποιοι, ή ότι εκφράζει την «ψυχή». Δεν φτιάχνεται για να ικανοποιήσει καμία άλλη ανάγκη έξω από την ανάγκη της νόησης.

Απευθύνεται στη νόηση.

Η νόηση το έχει ανάγκη. Όχι για να εκφράζεται ή «να διαχειρίζεται τον ελεύθερο χρόνο της».

Η νόηση έχει ανάγκη το έργο Τέχνης, προκειμένου να συλλαμβάνει νέες έννοιες Αντικειμένων.

«Η νόηση πρώτα φτιάχνει παραστάσεις Αντικειμένων κι ύστερα έννοιες γι’ αυτά.»

Αυτή η άποψη του Χέγκελ και της επιστήμης δεν αφορά μόνο τη νόηση του Ανθρώπου.

Κάθε έμβιο ον διαθέτει αισθητήρια όργανα και ως εκ τούτου ένα κέντρο επεξεργασίας των ερεθισμάτων από τον εξωτερικό κόσμο.

Θα ήταν άχρηστα τα αισθητήρια όργανα, εάν ο εξωτερικός κόσμος δεν είναι ο κυρίαρχος, αλλά η «ψυχή».

Θα ήταν άχρηστα, εάν η Φύση δεν είχε αναπτύξει μαζί με αυτά και την ικανότητα να συνδυάζονται τα ερεθίσματα και να μεταμορφώνονται σε παραστάσεις Αντικειμένων έξω και ανεξάρτητα από τα όντα. Αυτή τη φυσική ικανότητα ονομάζουμε Φαντασία.

Τόσο σημαντική είναι για την παράσταση [2] η λειτουργία της Φαντασίας.

Και η Φαντασία -όπως γνωρίζουμε- καλλιεργείται επί τούτου από την Τέχνη και είναι το κύριο όπλο της. Η Τέχνη δηλαδή στηρίζεται και αυτή σε μια φυσική ικανότητα/δύναμη, την οποία και καλλιεργεί επί τούτου.

Στη μακροσκοπική κοινωνική ιστορία η Τέχνη εμφανίζεται σε μια περίοδο, που είχαν αναπτυχθεί σημαντικές υλικές προϋποθέσεις.

Η Τέχνη εμφανίζεται με τις βραχογραφίες και διάφορα καλλιτεχνικά αντικείμενα από ποικίλα υλικά, περίπου 100.000 χρόνια πριν στην Αφρική -προτού ο sapiens μεταναστεύσει στις άλλες ηπείρους.

Στα ενάμιση εκατομμύρια χρόνια της καλλιέργειας της Φαντασίας και των παραστάσεων των εννοιών μέσα από την παραγωγή εργαλείων, που προηγήθηκαν, ο Άνθρωπος είχε μάθει παράλληλα και πολλά για τις ποιότητες των πετρωμάτων και σαφώς πολλών άλλων υλικών. Είχε μάθει επίσης να παράγει χρώματα, να κατασκευάζει χρηστικά και διακοσμητικά αντικείμενα, σήματα, σημάνσεις κ.τ.λ.

Αυτή η εξέλιξη, όπως είναι αυτονόητο, συνοδευόταν από την ανάλογη αύξηση των πληθυσμών, του καταμερισμού εργασίας καθώς και των κανόνων και εθίμων συνοχής.

Η αύξηση της ακτίνας δράσης του Ανθρώπου μεγεθυνόταν ταυτόχρονα με την ικανότητά του να ικανοποιεί και ανάγκες που ο ίδιος παρήγαγε.

Το σημαντικό εδώ είναι ότι ο Άνθρωπος είχε ήδη φτάσει στο σημείο να στηρίζει την ύπαρξή του αποκλειστικά στο εργαλείο, στα παραγωγικά του μέσα.

«Έβλεπε (δηλαδή) τον κόσμο μέσα από τα ματογυάλια του εργαλείου».

Μια ευθεία, μια καμπύλη, ένα τόξο, ένας κύκλος κ.τ.λ., που τα γνώριζε πολύ καλά, δεν ήταν απλά σχήματα, τα οποία επεξεργαζόταν στα εργαλεία του. Ήταν αξίες!

Αξίες, πάνω στις οποίες στηριζόταν και εξακολουθεί να στηρίζεται η αποτελεσματικότητα των εργαλείων του, η αλήθεια τους.

Μέσα από αυτά τα σχήματα/αξίες έβλεπε και τη διαδοχή των εποχών σαν κύκλο, τον ορίζοντα ως γραμμή, τις αποστάσεις που ενώνουν σημεία -τόσο στη Γη, όσο και στον Ουρανό- ως ευθείες κ.τ.λ., κ.τ.λ.

Σε αυτήν ακριβώς την ιστορική φάση, που το εύρος και το βάθος των δραστηριοτήτων του τον έφερνε αντιμέτωπο με νέα πράγματα, ο Άνθρωπος πέρασε στην προσπάθεια να φτιάξει παραστάσεις νέων Αντικειμένων και σχέσεων, προκειμένου να συλλάβει τις έννοιές τους. Βέβαια, αυτές οι παραστάσεις, στην αρχή φτιάχνονται με τα σχήματα των αξιών του εργαλείου. Υπάρχουν παραδείγματα τέτοιου είδους προϊστορικών παραστάσεων, το βλέπουμε άλλωστε να επαναλαμβάνεται και στις πρώτες ζωγραφιές των νηπίων.

Ο διευρυνόμενος κόσμος του Ανθρώπου, τόσο προς τον μακρόκοσμο, όσο και τον μικρόκοσμο, δημιουργεί ένα πρόβλημα στη νόηση, γιατί αυτή δεν ικανοποιείται από τις μετρήσιμες παραστάσεις του εργαλείου, την ακρίβειά τους, τα καθαρά τους σχήματα και τις ελεγχόμενες συναρτήσεις. Και αυτό δεν είναι τυχαίο. Όσο προχωράει και διευρύνεται η βεβαιότητα (η γνώση) τόσο περισσότερο μεγαλώνει (συνειδητοποιείται) ο κόσμος της αβεβαιότητας (της άγνοιας). «Εν οίδα ότι ουδέν οίδα.»

Ο κόσμος της αβεβαιότητας είναι το Αντικείμενο της Τέχνης.

Η αναζήτηση νέων θεμελιακών νοημάτων είναι που απελευθέρωσε την παράσταση από τον χρηστικό στόχο και τα παραστατικά μέσα από την ακρίβεια των αξιών του εργαλείου.

Το ελεύθερο σχέδιο γίνεται το εκφραστικό μέσον της νέας παράστασης, της αισθητικής παράστασης του έργου Τέχνης.

Η παράσταση των αξιών του εργαλείου όμως, δεν εξαφανίζεται.

Μένει η λογική της.

Στο ελεύθερο σχέδιο, η λογική της δομής των παραστάσεων του εργαλείου και η Φαντασία συναντώνται ξανά και συγκροτούν ένα νέο Όλο του Κόσμου, όπου το μη μετρήσιμο κυριαρχεί.

Η Τέχνη αγαπάει του άρρητους αριθμούς.

Και η Φύση επίσης αγαπάει του άρρητους αριθμούς. Γι’ αυτό είναι απείρως περισσότεροι από τους ρητούς.

Στην Αισθητική Παράσταση του έργου Τέχνης συναντώνται η παράσταση της λογικής του εργαλείου και η παράσταση της μη μετρήσιμης φύσης του εικονιζόμενου Αντικειμένου. Αυτά τα δύο διεκδικούν να συνθέτουν την παράσταση της Υπόστασης της νέας έννοιας.

Δεν είναι τυχαίο που οι μαθηματικοί συμβολίζουν τη Χρυσή Τομή με το Φ, προς τιμή του Φειδία, ο οποίος δεν την εφάρμοζε μόνο στο αρχιτεκτονικό μέρος της Ακρόπολης, αλλά και στις παραστάσεις των έργων Τέχνης.

Δεν είναι τυχαίο που ο βαν Γκογκ έγραφε στον αδελφό του: «Ζωγραφίζω το άπειρο.» Δεν μίλαγε η τρέλα. Όπως δεν είναι τυχαίο, που πριν από δέκα χρόνια περίπου το μαθηματικό τμήμα του πανεπιστημίου του Μεξικού βρήκε ότι η απεικόνιση των στροβίλων του βαν Γκογκ αντιστοιχούν στη μαθηματική απόδοση των στροβίλων των ρευστών, η οποία ανακαλύφθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1950!

Δεν είναι τυχαίο που ο Τσαρούχης στην τελευταία μαγνητοσκοπημένη συνέντευξή του (αρχείο ΕΡΤ) αποτίμησε το έργο του ως «διαρκή αναζήτηση της σχέσης της φιγούρας με το φόντο». Τη σχέση του προσδιορισμένου με το απροσδιόριστο Όλο.

Η documenta 14, που η ίδια δηλώνει ως σκοπό της: «Η Τέχνη μπορεί να αποτελέσει τον τόπο της πολιτικής χειραφέτησης και του δημοκρατικού μετασχηματισμού», εντάσσοντας το Ίδρυμα Τσαρούχη στο εκθεσιακό περιβάλλον της στην Αθήνα, σαφώς διαστρέβλωσε το νόημα του έργου του, προκειμένου να το φέρει στα μέτρα της. Μήπως κάνουν το ίδιο και οι “θεωρητικοί” μας;

Οι θεωρίες των φράκταλς, από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και μετά, συνεχίζουν να ανακαλύπτουν παραστάσεις τους (επαναλαμβανόμενα μοτίβα σε διαφορετικές κλίμακες) σε έργα Τέχνης ακόμα και του απώτατου παρελθόντος.

Και αυτά είναι μόνο λίγα παραδείγματα.

Η καταγωγή της Αισθητικής Παράστασης στα σχήματα των αξιών του Εργαλείου, του θεμελίου «της ανθρωποποίησης του Ανθρώπου», προσδίδει στην Τέχνη την ιστορική και κοινωνική της φύση και την κάνει αναγκαίο παράγοντα για την εξέλιξη του Ανθρώπου.

Με αυτόν τον τρόπο η Τέχνη ανακαλύπτει και δημιουργεί τα νοήματα των σημαντικών ζητημάτων, τα οποία αναλαμβάνει στην συνέχεια η φιλοσοφία και η επιστήμη να ερευνήσουν.

Ως συνέπεια των πιο πάνω, η Τέχνη γίνεται Αντικείμενο, το οποίο παράγει και τα κριτήρια, με τα οποία μπορεί να κρίνεται.

Επισημαίνοντας το πρόβλημα, βάζουμε τις βάσεις για τη λύση του.

Η πρότασή μου, λοιπόν, είναι τα ΕΜΣΤ να αποκτήσουν τον επιστημονικό χαρακτήρα/ταυτότητα, που ποτέ δεν είχαν.

Ο μόνος τρόπος να αρθούν τα ΕΜΣΤ στο ύψος της αποστολής τους -όσο και αν δεν είναι καθόλου βολικό αυτό-, είναι να στηρίζουν τις δράσεις τους σε μια διαρκή μελέτη των νέων εκφάνσεων του Αντικειμένου τους και της Ιστορίας του.

Μ.Π.



[1] Εάν είναι επιστημονικά δεοντολογικό -που δεν είναι- να ανακηρύττεις ένα σύγχρονο έργο Τέχνης ως ιστορικό, πρωτοποριακό, πριν από την Ιστορία.

[2] Λέω «παράσταση» και όχι «εικόνα», γιατί π.χ. το μάτι μας βλέπει την κίνηση, ενώ η φωτογραφική μηχανή την ακινησία.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Designed by Design-It